ΚΛΟΜΙΦΑΙΝΗ: ΠΟΤΕ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΒΟΗΘΑ ΚΑΙ ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΕΝΔΕΙΞΗ

ΚΛΟΜΙΦΑΙΝΗ: ΠΟΤΕ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΒΟΗΘΑ ΚΑΙ ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΕΝΔΕΙΞΗ
September 30, 2015 stedi
In ΥΠΟΓΟΝΙΜΟΤΗΤΑ
Η κιτρική κλομιφαίνη είναι μακράν το πιο συχνά χρησιμοποιούμενο φάρμακο γονιμότητας στον κόσμο. Συνήθως αποτελεί τη θεραπεία πρώτης γραμμής σε πολλές περιπτώσεις υπογονιμότητας. Η δράση της κλομιφαίνης συνίσταται στη «στρατολόγηση» και πρόκληση ωορρηξίας περισσοτέρων από ένα ωοθυλακίων. Τα πλεονεκτήματα της κλομιφαίνης έχουν να κάνουν, καταρχήν, με την απλή χορήγησή της: λαμβάνεται από το στόμα για 5 ήμερες στην αρχή του κύκλου (2η-7η ημέρα) σε δόση από 50-200mg ημερησίως. Επιπλέον είναι μια θεραπεία χαμηλού κόστους με ελάχιστες και πολύ σπάνιες ανεπιθύμητες ενέργειες και επιπλοκές. Εάν χρησιμοποιηθεί σωστά και με τις κατάλληλες ενδείξεις τότε μπορεί να έχει ευεργετικό αποτέλεσμα στην προσπάθεια του ζευγαριού να συλλάβει.

Σύμφωνα με τα επιστημονικά δεδομένα, η δράση της κλομιφαίνης είναι αποτελεσματική σε νεότερες γυναίκες (κάτω των 35 ετών), οι οποίες έχουν φυσιολογικά αποθέματα ωοθηκών (που επιβεβαιώνεται από τα φυσιολογικά επίπεδα FSH, AMΗ και τη φυσιολογική υπερηχογραφική εικόνα των ωοθηκών). Ως εκ τούτου, η συγκεκριμένη ομάδα γυναικών έχει περισσότερες πιθανότητες να ανταποκριθεί με την ωορρηξία πολλαπλών ωοθυλακίων (επιθυμητός αριθμός 3-4).
Ωστόσο η χρήση της κλομιφαίνης δεν είναι πάντα ελεύθερη παρενεργειών. Ο μηχανισμός δράσης της κλομιφαίνης εστιάζεται στον αρχικό περιορισμό του επιπέδου των οιστρογόνων, που φυσιολογικά κυκλοφορούν στον οργανισμό της γυναίκας. Η υπόφυση (ένας αδένας του εγκεφάλου), μέσω ενός συστήματος ανάδρασης αντιλαμβάνεται ότι τα επίπεδα οιστρογόνων είναι χαμηλά και στην προσπάθειά της να διορθώσει την έλλειψη, απελευθερώνει μια υπερβολική ποσότητα ωοθυλακιοτρόπου ορμόνης (FSH), η οποία με τη σειρά της, διεγείρει την ανάπτυξη πολλαπλών ωοθυλακίων. Τα αναπτυσσόμενα ωοθυλάκια στη συνέχεια εκκρίνουν οιστρογόνα στην κυκλοφορία του αίματος, ολοκληρώνοντας έτσι τον κύκλο ανάδρασης που ξεκίνησε από την υπόφυση ως απάντηση στην αντι-οιστρογονική δράση της κλομιφαίνης.
Ωστόσο, τα επιστημονικά δεδομένα συμφωνούν ότι η παρατεταμένη αντί-οιστρογονική επίδραση της κλομιφαίνης οδηγεί προοδευτικά σε αδυναμία του οργανισμού να ανταποκριθεί. Έτσι όχι μόνο ελαττώνεται η πιθανότητα επιτυχούς διέγερσης μετά τη συνεχή χρήση κλομιφαίνης για 3 μήνες, αλλά στην πραγματικότητα αρχίζει να λειτουργεί ως μια «σχετική» αντισύλληψη! Αυτό είναι μια συγκλονιστική διαπίστωση για πολλές γυναίκες που έχουν χρησιμοποιήσει για 6 ή περισσότερους συνεχόμενους κύκλους κλομιφαίνη, χωρίς επιτυχία.
Επιπλέον, πρέπει να γίνει αντιληπτό, ότι η πιθανότητα σύλληψης με τη χρήση κλομιφαίνης είναι περίπου 30% χαμηλότερη από το φυσικό ποσοστό γονιμότητας για κάθε συγκεκριμένη ηλικία και περίπου 25% χαμηλότερη από τη διέγερση με τη χρήση γοναδοτροπινών. Μάλιστα, με την αύξηση της ηλικίας συμβαίνει περαιτέρω ελάττωση των ποσοστών επιτυχίας. Σύμφωνα με τα επιστημονικά δεδομένα, στις γυναίκες κάτω των 35 ετών, το ποσοστό εγκυμοσύνης με τη θεραπεία κλομιφαίνης είναι περίπου 10% ανά κύκλο, 5-8% μεταξύ 35 και 40 ετών και 2% μετά την ηλικία των 40.
Πιο συγκεκριμένα, οι λόγοι για τους οποίους η όποια ευεργετική δράση της κλομιφαίνης περιορίζεται, έχουν να κάνουν με την ταυτόχρονη απελευθέρωση μεγάλων ποσοτήτων της ορμόνης LH (ωχρινοτρόπος ορμόνη), η οποία προκαλεί την παράγωγη αυξημένων επιπέδων τεστοστερόνης από την ωοθήκη. Ενώ μια ποσότητα τεστοστερόνης είναι απαραίτητη για την ομαλή ανάπτυξη των ωοθυλακίων, η αυξημένη συγκέντρωσή της είναι επιβαρυντική και μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την ποιότητα των ωαρίων. Μάλιστα, πρέπει να τονιστεί, ότι όσο μεγαλύτερη είναι η ηλικία μιας γυναίκας, τόσο πιο ευαίσθητα είναι τα ωάρια της στη συγκεκριμένη παρενέργεια της κλομιφαίνης.
Επιπλέον, συχνά η χρήση της κλομιφαίνης προκαλεί το σχηματισμό κυστικών θυλακίων (LUF syndrome). Σε αυτήν την περίπτωση, παρά τις ορμονικές αλλαγές, ο κύκλος είναι ανωορρηκτικός, δηλαδή το ωάριο δεν απελευθερώνεται αλλά παραμένει παγιδευμένο στην ωοθήκη. Η κατάσταση αυτή όχι μόνο δεν ευνοεί τη σύλληψη αλλά μπορει να οδηγήσει και σε διαταραχή της περιόδου.
Η αντι-οιστρογονική δράση της κλομιφαίνης μπορεί να επηρεάσει και τη φυσιολογική ανάπτυξη του ενδομητρίου, προκαλώντας το σχηματισμό λεπτού ενδομητρίου (<8χιλ), με ελαττωμένη δυνατότητα υποστήριξης μιας υγιούς εγκυμοσύνης. Παράλληλα προκαλεί υπερβολική πάχυνση της τραχηλικής βλέννας, καθιστώντας δύσκολη ή και αδύνατη τη μετακίνηση του σπέρματος προς τη σάλπιγγα. Οι συγκεκριμένες ανεπιθύμητες παρενέργειες, αν και μπορεί να εκδηλωθούν εξαρχής, είναι συχνότερες μετά από 3 συνεχόμενους κύκλους διέγερσης. Για αυτό το λόγο συνήθως απαιτείται μετά από τρεις διαδοχικούς κύκλους διέγερσης ένα διάλλειμα 1-2 μηνών πριν συνεχιστεί η εκ νέου χορήγηση.
Τέλος, σύμφωνα με παλαιότερες μελέτες, η παρατεταμένη δράση της κλομιφαίνης για περισσότερο από 6-12 μήνες έχει συσχετιστεί με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου των ωοθηκών.
Σύμφωνα με τα παραπάνω επιστημονικά δεδομένα και τα αποτελέσματα των κλινικων μελετών, οι ενδείξεις για τη χορήγηση κλομιφαίνης σε γυναίκες άνω των 35 ετών είναι πολύ περιορισμένες ενώ σε γυναίκες με μειωμένα αποθέματα των ωοθηκών ή άνω των 40 ετών πολύ σπάνιες. Σε μια γυναίκα που μετά από 3 κύκλους διέγερσης με κλομιφαίνη έχει αποτύχει να συλλάβει θα πρέπει να σκεφτούμε κάποια διαφορετική μέθοδο θεραπείας.