ΧΛΑΜΥΔΙΑ

ΧΛΑΜΥΔΙΑ
September 30, 2015 stedi
In ΓΥΝΑΙΚΟΛΟΓΙΑ
Χλαμύδια
Η μόλυνση  από τα χλαμύδια αποτελεί μία από τις πιο συνηθισμένες λοιμώξεις των αναπαραγωγικών οργάνων τόσο στην γυναίκα όσο και στον άντρα. Η συγκεκριμένη λοίμωξη έχει ιδιαίτερη σημασία εξαιτίας των μακροπροθέσμων συνεπειών που έχει στην αναπαραγωγική λειτουργία και των δύο φύλων.

Ο συνηθέστερος τρόπος μετάδοσης είναι με τη σεξουαλική επαφή χωρίς προφυλακτικό. Η λοίμωξη με τα χλαμύδια δεν γίνεται πάντα αντιληπτή.  Υπολογίζεται ότι ένα ποσοστό 50-75% των περιπτώσεων διαδράμει χωρίς κλινικά συμπτώματα και προφανώς χωρίς θεραπεία. Σε μία τέτοια περίπτωση, η λοίμωξη μπορει να επεκταθεί προς το εσωτερικό της πυέλου διάμεσου των σαλπίγγων, προκαλώντας μακροπρόθεσμες συνέπειες στη λειτουργία του αναπαραγωγικού συστήματος. Μπορει να προκαλέσει χρόνιο πυελικό άλγος, υπογονιμότητα και αυξημένο κίνδυνο για εξωμήτριο κύηση. Ωστόσο πρέπει να τονιστεί ότι δεν είναι ξεκάθαρο πόσες και ποιες περιπτώσεις λοίμωξης από χλαμύδια καταλήγουν να εχουν αυτές τις καταστρεπτικές συνέπειες για τη γονιμότητα της γυναίκας.
Επιπλέον ο μηχανισμός που προκαλεί την ανάπτυξη συμφύσεων στο εσωτερικό της πυέλου και την καταστροφή του κροσσωτού επιθήλιου στις σάλπιγγες δεν έχει διευκρινιστεί.  Κάποιες μελέτες ενοχοποιούν την κυτοτοξική δράση του βακτηρίου στα κύτταρα του αναπαραγωγικού συστήματος. Από την άλλη μεριά, υπάρχουν μελέτες που αποδίδουν το πρόβλημα στην ανοσολογική αντίδραση του οργανισμού.
Η διάγνωση γίνεται στην οξεία φάση της λοίμωξης με την καλλιεργεια των τραχηλικών εκκρίσεων και την απομόνωση του μικροοργανισμού. Όταν παρέλθει η οξεία φάση DNA του βακτηρίου μπορεί να απομονωθεί στο τραχηλικό επίχρισμα ή να ανιχνευθούν αντισώματα κατά των χλαμυδίων στο αίμα ή στο σάλιο.
Η θεραπεία είναι η χορήγηση της κατάλληλης αντιβιοτικής αγωγής, ενώ όταν έχουν προκληθεί συμφύσεις ή απόφραξη των σαλπίγγων, μπορει να χρειαστεί λαπαροσκοπική αποκατάσταση.
Χλαμύδια και υπογονιμότητα
Χλαμύδια ανιχνευονται στο 2% των γυναικών που αντιμετωπίζουν προβλήματα γονιμότητας. Είναι πιο συχνά  (40% περίπου) στις γυναίκες που εμφανίζουν υπογονιμότητα λόγω σαλπιγγικού παράγοντα. Το αν η παρουσία τους επηρεάζει το θετικό  αποτέλεσμα της θεραπείας υποβοηθούμενης αναπαραγωγής είναι αντικείμενο επιστημονικής έρευνας. Τα επιστημονικά δεδομένα τείνουν να συμφωνήσουν ότι η παρουσία των χλαμυδίων ή το ιστορικό λοίμωξης με χλαμύδια δεν αποτελεί  αρνητικό  παράγοντα, τόσο για την θεραπεία υποβοηθούμενης αναπαραγωγης,  όσο και για το αποτέλεσμα της, ιδιαίτερα εάν έχει προηγηθεί κατάλληλη θεραπεία. Από την άλλη πλευρά, έχει διαπιστωθεί ότι η παρουσία χλαμυδίων προδιαθέτει στην ανάπτυξη λοιμώξεων του αναπαραγωγικού συστήματος και της πυέλου,  και πολλές από τις τεχνικές υποβοηθούμενης αναπαραγωγής περιλαμβάνουν τον καθετηριασμό του τραχήλου (πχ σπερματέγχυση, εμβρυομεταφορά) και τη δυνητική μεταφορά μικροοργανισμών προς το εσωτερικό της μήτρας. Επιπλέον, μια γυναίκα που είναι φορέας χλαμυδίων και δε θεραπευτεί,  όταν γεννήσει, υπάρχει αυξημένος κίνδυνος να μεταδώσει το βακτήριο στο μωρό προκαλώντας λοίμωξη στα μάτια (50%) ή στους πνεύμονες (15%).
Σύμφωνα με τη σύσταση της Βρετανικής Εταιρίας Γονιμότητας (British Fertility Society), μια γυναίκα που αντιμετωπίζει προβλήματα γονιμότητας,  πρέπει να ελέγχεται για το ενδεχόμενο έκθεσης στα χλαμύδια και να θεραπευεται, τόσο η ίδια όσο και ο σύντροφος της.